
Οι αναπνευστικές δοκιμασίες αποτελούν ένα ισχυρό εργαλείο για την διάγνωση καταστάσεων κατά τις οποίες οι ασθενείς έχουν ιστορικό, συμπτώματα ή παράγοντες κινδύνου αναπνευστικής νόσου (π.χ καπνισμά). Όπως δεν είναι δυνατό να τεθεί η διάγνωση της υπέρτασης χωρίς να μετρηθεί η αρτηριακή πίεση, δεν είναι δυνατόν να διαγνωστεί η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ), το άσθμα και πολλά άλλα αναπνευστικά νοσήματα χωρίς τις αναπνευστικές δοκιμασίες. Παράλληλα η παρακολούθηση της φυσικής πορείας των αναπνευστικών νοσημάτων και η ανταπόκρισή τους στη θεραπεία απαιτούν την διενέργεια των παραπάνω δοκιμασιών.
Η σπιρομέτρηση αποτελεί την πιο χρήσιμη και ίσως την πιο εύκολη αναπνευστική δοκιμασία. Το σπιρόμετρο είναι ένα όργανο που καταγράφει τον όγκο του αέρα που εισπνέεται ή εκπνέεται σε σχέση με το χρόνο. Τα αποτελέσματα καταγράφονται ως όγκοι (L) ή ως ροές (L/min) (καμπύλη ροής–όγκου).
Οι εξεταζόμενοι θα πρέπει να είναι όσο πιο ήρεμοι γίνεται πριν, αλλά και κατά τη διάρκεια της δοκιμασίας, να μην φορούν πολύ σφιχτά ρούχα και να μην αφαιρούν τις τεχνητές οδοντοστοιχίες τους εάν εφαρμόζου καλά. Το κάπνισμα πρέπει να αποφεύγεται για τουλάχιστον μία ώρα πριν από τη δοκιμασία, η κατανάλωση αλκοολ για 4 ώρες, τα βαρειά γεύματα για 2 ώρες και η επίπονη άσκηση για τουλάχιστον 30 λεπτά. Εάν η σπιρομέτρηση εκτελείται για τη διάγνωση μιας αναπνευστικής νόσου είναι καλό να αποφεύγονται τα βρογχοδιασταλτικά, εάν όμως γίνεται για τη διαπίστωση της ανταπόκρισης ενός ασθενούς στη θεραπευτική αγωγή δεν κρίνεται απαραίτητη η διακοπή τους. Οι μετρήσεις θα πρέπει να εκτιμώνται σε σχέση με τις προβλεπόμενες φυσιολογικές τιμές ανάλογα με την ηλικία, το ύψος, το φύλο και τη φυλή.
Τα αποτελέσματα της δοκιμασίας εξαρτώνται σημαντικά από το βαθμό προσπάθειας του εξεταζόμενου και επειδή η πτωχή (εσκεμμένα ή μη) προσπάθεια μπορεί να οδηγήσει σε αποτελέσματα που ομοιάζουν με εκείνα νόσων του αναπνευστικού, είναι βασικό να δίδονται οι σωστές οδηγίες, να αναγνωρίζονται και να απορρίπτονται οι λανθασμένες προσπάθειές. Θωρακικό ή κοιλιακό άλγος οποιασδήποτε αιτιολογίας, άλγος στο πρόσωπο ή στο στόμα που σχετίζεται με το επιστόμιο, άγχος, άνοια ή σύγχυση μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά τα αποτελέσματα της δοκιμασίας.